Την προηγούμενη χρονιά, η ανεργία στην Ελλάδα έφτασε στο 10,1%. Ωστόσο, σε περιφερειακό επίπεδο υπήρχαν σημαντικές διαφοροποιήσεις, αντικατοπτρίζοντας μια άνιση κατανομή της οικονομικής δραστηριότητας και των ευκαιριών απασχόλησης στη χώρα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ [1], τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας παρατηρήθηκαν στα Νησιά του Ιονίου (16,2%), αλλά και στην Κεντρική και τη Δυτική Μακεδονία (12,8% και 12,5%, αντίστοιχα), περιοχές που επηρεάζονται έντονα αφενός από την εποχικότητα, και αφετέρου από το έλλειμμα βιομηχανικής βάσης.
Αντίθετα, τα χαμηλότερα ποσοστά ανέργων καταγράφηκαν στο Βόρειο Αιγαίο (7,1%) και την Πελοπόννησο (7,5%), υποδηλώνοντας ελαφρώς πιο σταθερές τοπικές αγορές εργασίας. Η Αττική, αν και αποτελεί το κέντρο της οικονομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα, εμφάνισε ανεργία της τάξης του 9,1%, πιο κοντά στον εθνικό μέσο όρο.
Συνολικά, η εικόνα δείχνει μια ήπια αποκλιμάκωση της ανεργίας σε σχέση με προηγούμενα έτη, ωστόσο δομικές προκλήσεις, όπως η εξάρτηση από τον τουρισμό και η χαμηλή περιφερειακή διαφοροποίηση της παραγωγής, παραμένουν. Η ενίσχυση της τοπικής επιχειρηματικότητας και των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού αποτελεί κρίσιμο ζητούμενο για βιώσιμη μείωση της ανεργίας, σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο.
[1] ΕΛΣΤΑΤ. (2024). Έρευνα Εργατικού Δυναμικού – Πληθυσμός, Εκπαίδευση, Κατάσταση Απασχόλησης (1981 – 2024). Ελληνική Στατιστική Αρχή. https://www.statistics.gr




