Η φτώχεια ενός νοικοκυριού, πέρα από την έλλειψη επαρκούς εισοδήματος, μπορεί να εκφραστεί και ως η αδυναμία κάλυψης ορισμένων βασικών αναγκών, όπως η τροφή, η ένδυση κ.ο.κ.. Για την αποτύπωση αυτής της κατάστασης, χρησιμοποιείται στη διεθνή βιβλιογραφία ο λεγόμενος «δείκτης υλικής στέρησης», ο οποίος μετρά το ποσοστό του πληθυσμού που αδυνατεί να καλύψει συγκεκριμένες βασικές ανάγκες που έχουν οριστεί ως κρίσιμες.
Πρόσφατα, η Eurostat [1] δημοσίευσε στοιχεία της περιόδου 2021-24 για το ποσοστό των παιδιών κάτω των 16 ετών στην Ευρωπαϊκή Ένωση που βιώνουν τέτοιες στερήσεις, που δεν έχουν δηλαδή πρόσβαση σε τουλάχιστον 3 από τις 17 κατηγορίες αγαθών (ρούχα, φαγητό, βιβλία κ.λπ.) ή δραστηριοτήτων (συμμετοχή σε εξωσχολικά προγράμματα, διακοπές κ.λπ.) που θεωρούνται απαραίτητες για την αξιοπρεπή διαβίωσή τους. Η Ελλάδα κατέχει τη θλιβερή πρωτιά στην ΕΕ με ποσοστό 33,6%, υπερδιπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (13,6%), ενώ πίσω μας ακολουθούν η Ρουμανία με 31,8% και η Βουλγαρία με 29,8%. Αντιθέτως, τα χαμηλότερα ποσοστά υλικής στέρησης παιδιών στην ΕΕ παρουσιάζονται στην Κροατία (2,7%), τη Σλοβενία (3,8%) και την Σουηδία (5,5%).
Ένας από τους πιο καθοριστικούς παράγοντες που επηρεάζουν την παιδική φτώχεια είναι το μορφωτικό επίπεδο των γονέων. Αυτό που παρατηρούμε στις περισσότερες χώρες είναι πως όσο χαμηλότερη είναι η μόρφωση των γονέων, τόσο υψηλότερα είναι τα ποσοστά ένδειας των παιδιών. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα βιώνουν υλική στέρηση το 77,2% των παιδιών που ζουν σε νοικοκυριά όπου ο ενήλικας με τη μεγαλύτερη μόρφωση έχει μόνο απολυτήριο γυμνασίου (βαθμίδες 1 και 2 της Διεθνούς Ταξινόμησης της Εκπαίδευσης – International Standard Classification of Education ή ISCED [2]), ενώ το ποσοστό αυτό μειώνεται στο 17,6% όταν ο πιο μορφωμένος γονέας έχει πανεπιστημιακή εκπαίδευση (βαθμίδες 5 έως 8 της ISCED).
Το τελευταίο ποσοστό για την χώρα μας, βέβαια, ότι δηλαδή σχεδόν 1 στα 5 παιδιά που προέρχονται από οικογένειες με πανεπιστημιακά μορφωμένους γονείς στερούνται βασικών αγαθών, είναι εξαιρετικά ανησυχητικό. Στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το αντίστοιχο ποσοστό είναι σημαντικά χαμηλότερο, μόλις 5,9%, γεγονός που υπογραμμίζει τη σοβαρότητα της ελληνικής απόκλισης. Ενώ δηλαδή στην ΕΕ η υψηλή εκπαίδευση των γονέων λειτουργεί αποτελεσματικά ως δίχτυ προστασίας απέναντι στη φτώχεια των παιδιών, στην Ελλάδα αυτός ο μηχανισμός φαίνεται να έχει μειωμένη αποτελεσματικότητα. Η διαπίστωση αυτή αποκαλύπτει βαθύτερες παθογένειες στην οικονομική και κοινωνική λειτουργία της χώρας, καθώς και ανεπαρκή κοινωνική στήριξη, τα οποία πλήττουν ακόμα και τα νοικοκυριά που βρίσκονται – θεωρητικά – σε καλύτερη μοίρα.
[1] Eurostat. (2025). Child specific material deprivation rate by educational attainment level of their parents (children aged less than 16 years). European Commission. Retrieved June 16, 2025, from https://ec.europa.eu/
[2] UNESCO Institute for Statistics. (2012). International standard classification of education: ISCED 2011 [PDF]. UNESCO-UIS. https://uis.unesco.org/